Blue Iguana
Η προέκταση ενός χεριού, που έβγαινε ορμητικά και με σιγουριά απ’ το παράθυρο του μπροστινού μου αυτοκινήτου σ’ εκείνο το κόκκινο φανάρι του Βαρδαρίου ένα ζεστό ανοιξιάτικο απόγευμα, καθώς επίσης και το μετέπειτα άνοιγμα των δακτύλων του ίδιου χεριού έτσι ώστε τελικά να ξεδιπλωθεί μπροστά στα κουρασμένα μάτια μου το γνωστό και πάντα σαφές νεύμα της ανοιχτής παλάμης, ήταν μια εικόνα που μου έφερε ένα αυθόρμητο γέλιο που τόσο χρειαζόμουν εκείνη τη στιγμή... με έβγαλε απ’ τη μιζέρια της παραμονής μου σ΄ εκείνο το φανάρι για ένα χρονικό διάστημα τόσο μα τόσο αδικοχαμένο... κάποιο λόγο θα είχε ο κάτοχος αυτού του χεριού γι αυτή του την ψυχοανακουφιστική κίνηση, σκέφτηκα... ναι... έχω φτάσει στο συμπέρασμα ότι η επονομαζόμενη «μούντζα» έχει ευεργετικές επιδράσεις στον ψυχισμό των απανταχού καταπιεσμένων μα και ταλαιπωρημένων... η μετάλλαξη του σατανικού κόκκινου φαναριού σε αέρινο και δροσερό πράσινο με έφερε στην πρώτη θέση... ναι... ήταν γεγονός... στην επόμενη μετάλλαξη θα φύγω πια απ’ αυτό το κολλημένο στον χωροχρόνο σημείο της σαλονίκης... ένα κενό στο μυαλό μου διαδέχτηκε την στιγμιαία χαρμονή που μου έδωσε εκείνο το νεύμα... πάλι το βλέμμα μου τριγυρνούσε γύρω γύρω να βρει κάτι να διασκεδάσει την πλήξη της αναμονής... τι χαμένος χρόνος... τι άσχημος τρόπος να γερνάει κανείς... ακόμα κι αν μεγάλωσα κατά 20 λεπτά σ’ εκείνο το απελπιστικά κόκκινο φανάρι ήταν κάτι που δεν μπορούσα να χωνέψω...
Η ματιά μου τότε έπεσε σε μια φωτεινή πινακίδα στο ισόγειο ενός παλιού και τεράστιου κτιρίου... απ’ τα πιο παλιά στην περιοχή... μπορούσες να μαντέψεις την ηλικία του απ’ το ποτισμένο γκρίζο (όχι-χρώμα) που έκρυβε καλά το αληθινό του πρόσωπο... «Blue Iguana”… νέον μπλέ... Live show... κόκκινο...
Όλη η προσοχή μου πια ήταν στραμμένη εκεί... τίποτα πια δεν υπήρχε... όλη η ενέργειά μου που πριν διψούσε να μεταμορφωθεί σε ένα γερό πάτημα πάνω στο γκάζι και να αφήσει πίσω της εκείνη την χρονοπαγίδα... όλη.... μετουσιώθηκε σε μια μορφή... με όλα τα ανθρώπινα αισθητήρια... μάτια μύτη άκρα... μόνο που δεν είχε σάρκα... αυτή η μορφή ήταν που πλησίασε εκείνη την πινακίδα... “Blue Iguana”... στάθηκε μπροστά στην είσοδο που έβγαζε σε έναν άλλον κόσμο... ένα κατηφορικό μονοπάτι που οδηγούσε σε μια πραγματικότητα τόσο διαφορετική απ΄ όλα όσα είχε γνωρίσει... ήθελε να κατέβει τα σκαλιά μα κοντοστάθηκε... μπορώ να πω ότι φοβήθηκε... δείλιασε να δει ίσως την πραγματικότητα... θα ήταν ένα ταξίδι στο κέντρο της γης... εκεί που κατοικούν πλάσματα που ποτέ πριν δεν είχε ξαναδεί... κι όμως ήταν πάντα εκεί... κι εκείνα ήξεραν την ύπαρξή της...
Πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε την κατάβαση... σκοτάδι... κάποια πολύ χαμηλής έντασης φωτάκια έδειχναν μετά βίας το μονοπάτι... μια απόκοσμη μουσική ακουγόταν από κάτω... ίσως ήταν κάτι σαν τα πετραδάκια του κοντορεβυθούλη... ίσως αυτή η μουσική ήταν τα πετραδάκια για να βρίσκουν τον δρόμο όταν ήθελαν να ανέβουν πάνω... μια κλωστή μελωδίας που ένωνε τους δύο κόσμους...
Η μορφή λοιπόν πήρε μια βαθιά ανάσα και άρχισε να κατεβαίνει δειλά δειλά το απόκοσμο αυτό μονοπάτι... όσο προχωρούσε η μουσική γινόταν πιο έντονη... μια μυρωδιά υγρασίας μαζί με καπνό τσιγάρου έκανε την εύθραυστη μορφή να κοντοσταθεί... «που πάω?» σκέφτηκε... «Τι θα συναντήσω εκεί κάτω? Όχι όχι πρέπει να συνεχίσω... δεν πρέπει να κάνω πίσω τώρα... είμαι τόσο κοντά... θέλω να δω αυτά τα πλάσματα... κι έχω την αίσθηση ότι δεν θα μου κάνουν κακό...» σκέφτηκε ξανά και αυτή τη φορά τα βήματά της έγιναν πιο αποφασιστικά...
Όταν έφτασε στο τέλος της σκάλας βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη ξύλινη πόρτα κακοβαμμένη μα με τόσο όμορφα και ζωντανά χρώματα που συγχωρούσες αμέσως τις όποιες ατέλειες και έμενες να την θαυμάζεις... η κάσα είχε ένα έντονο κόκκινο χρώμα με έναν τόνο πορτοκαλί... «τι περίεργο... ποτέ δεν μου άρεσε αυτό το χρώμα... κι όμως.... δεν μπορώ να φανταστώ κάποια ομορφότερη απόχρωση για να ντύσει αυτήν την κάσα» σκέφτηκε πάλι η μορφή και απόρησε με αυτήν την αλλαγή αισθητικής άποψης... τα φύλλα της πόρτας είχαν σκούρο πράσινο χρώμα... στο πάνω μέρος τους είχαν δύο μικρά παραθυράκια στα οποία κρέμονταν δυό μικρές λευκές κουρτίνες με κεντημένες πολλές μικρές κίτρινες μαργαρίτες... τόσο ζωντανές που νόμιζες ότι αν πήγαινες στην πίσω μεριά της πόρτας θα έβλεπες τους μίσχους τους να κρέμονται... έμοιαζε αταίριαστη στον χώρο μα η όλη εικόνα έδωσε στην μορφή μια πολύ γλυκιά ώθηση να ανοίξει την πόρτα αυτή και να μπει στο εσωτερικό... η μετάλλαξη του φαναριού αργεί ακόμη... αλλά τώρα πια δεν με νοιάζει... δεν την νοιάζει...
Μια πρώτη ματιά και όλες οι αναστολές της εξαφανίστηκαν... «μα ναι... είναι ακριβώς όπως το φανταζόμουν» σκέφτηκε η μορφή... κοίταξε ξανά γύρω της για να βεβαιωθεί... ναι... ήταν όλα όπως τα είχε φανταστεί... ακριβώς απέναντι απ’ την πολύχρωμη πόρτα υπήρχε το μπαρ... ο καπνός ενός τσιγάρου που αργοπέθαινε ανάμεσα στα δάχτυλα μιας γυναίκας ανέβαινε νωχελικά, προσπερνώντας τα είδωλα που φαίνονταν στον μεγάλο ορθογώνιο καθρέπτη που κρέμονταν πίσω της... σαν αερικό πέρασε πάνω απ’ τα κεφάλια των θαμώνων αφήνοντας ένα ντελικάτο πέπλο να γλιστρήσει... η γυναίκα έδειχνε κουρασμένη... φορούσε ρούχα ξεπερασμένης μόδας με έντονα χρώματα και σχήματα... είχε μπροστά της ένα ποτό ενώ άκουγε με προσοχή αυτά που της έλεγε ένας άντρας... όμορφος άντρας μα με ένα σκοτεινό βλέμμα... κάτω απ’ τα μάτια του μαύροι κύκλοι μαρτυρούσαν ότι αναζητούσε κάτι... στο χέρι του λίγο πιο πάνω απ’ τον καρπό ένα τατουάζ...ένας αριθμός... ή μάλλον μια ημερομηνία... 15-11-1967... «τι να έγινε άραγε τότε?... τι σημασία είχε αυτή η ημερομηνία ώστε να την τυπώσει ανεξίτηλα στο χέρι του αυτός ο άντρας?... ήταν άραγε αυτό που έβαλε εκείνους τους μαύρους κύκλους κάτω απ΄ τα μάτια του?» σκέφτηκε η μορφή αλλά ξέροντας ότι δεν θα έβρισκε την απάντηση συνέχισε το εξερευνητικό πέρασμά της στον χώρο...
Λίγο πιο πέρα πάνω στο μπαρ... ένα ομοίωμα, μάλλον από πηλό, ενός μπλε ιγκουάνα... έμοιαζε περήφανο ενώ ατένιζε τον χώρο με μια μεγαλοπρέπεια που σου προκαλούσε δέος... πρέπει ήταν ο «φύλακας»... περίεργο... τα μάτια του ακολουθούσαν την κάθε κίνηση της μορφής... πως ήταν δυνατόν?... κανείς άλλος δεν μπορούσε να την δει... αλλά όχι ο φύλακας... αυτός γνώριζε κάθε τι που γινόταν εκεί μέσα... «τι περίεργο πλάσμα» σκέφτηκε η μορφή... αλλά σαν υπνωτισμένη συνέχισε την αδιάκριτη βόλτα της...
Τότε είδε μια νεράιδα... μια πανέμορφη κοπέλα που χόρευε στους ρυθμούς μιας τόσο παράξενης μουσικής... ποτέ πριν δεν είχε ακούσει μια τέτοια μουσική, τόσο μεθυστική... σχεδόν ερωτική... η πανέμορφη κοπέλα είχε μακριά ξανθά μαλλιά και μάτια μεγάλα καστανά... κοιτούσε τριγύρω αλλά θαρρείς πως δεν έβλεπε... θαρρείς πως ήταν όλα γι αυτήν ένα δυσδιάστατο σκηνικό... έμοιαζε σαν ξωτικό... η μορφή ξαφνιάστηκε όταν ένιωσε πάνω της το βλέμμα της κοπέλας... ναι... μπορούσε να την δει... την κοιτούσε έντονα σαν να ήθελε κάτι να της πει... η μορφή την πλησίασε δειλά... «σε περίμενα» είπε η κοπέλα... «συγνώμη που άργησα» της απάντησε...
Ξαφνικά η μορφή ένιωσε μια ένταση ανεξήγητη... ήθελε να μάθει περισσότερα για την πανέμορφη κοπέλα... για το πως βρέθηκε εκεί... μα κάτι την εμπόδιζε... κάτι ηχούσε στα αυτιά της αποσπώντας την προσοχή της... δεν μπορούσε να εντοπίσει την πηγή εκείνου του ενοχλητικού ήχου... μα ναι... βλέπω στον καθρέπτη το γνωστό νεύμα του χεριού με τα ανοιχτά δάχτυλα να με στοχεύει... μια κίνηση του φουκαρά στο πίσω αυτοκίνητο, που για ώρα πατούσε την κόρνα προσπαθώντας να με κάνει να συνέλθω... για να δω το δροσερό πράσινο του φαναριού... μονομιάς η μορφή διασκορπίστηκε... έγινε εκατομμύρια κομματάκια και σαν μια αέρινη δίνη έπεσε δυνατά στο πεντάλ του γκαζιού... έτσι άφησα την χρονοπαγίδα πίσω μου... και τον φουκαρά που ακόμα ψέλλιζε κάτι που σίγουρα προορίζονταν για μένα... περίεργο... η μορφή ακόμα και αόρατη μπορούσε να μιλήσει με την όμορφη κοπέλα... «θα ξαναγυρίσω» της είπε... κι εκείνη με δακρυσμένα πια μάτια ψέλλισε.... «θα σε περιμένω... έχω πολλά να σου πω»...
0 Comments:
Δημοσίευση σχολίου
<< Home