κοίταξε την παλιά πόρτα...
και σκέφτηκε "γιατί όχι?... τι μπορεί να συμβεί?"... κοντοστάθηκε για λίγο και είπε δυνατά αυτή την φορά "θα μπώ... ναι θα μπώ... θέλω να δω τι υπάρχει εκεί μέσα..." θαρρείς πως ήθελε να πείσει τον ίδιο του τον εαυτό να τον ακολουθήσει... πλησίασε την εξώπορτα και την έσπρωξε απαλά σαν να φοβόταν ότι θα κατέρρεε όλο το κτίσμα με μια βίαιη κίνηση... τα βήματά του αργά και προσεκτικά προέδιδαν ότι δεν ήταν εντελώς σίγουρος γι αυτή του την απόφαση... κι όμως η πρόκληση ήταν μεγάλη... κάθε μέρα περνούσε αυτό το εγκαταλειμμένο κτίριο... κάθε μέρα θαύμαζε την αρχιτεκτονική του, ένα νεοκλασσικό κτίριο με έντονα χρώματα και σχέδια, όσο ήταν δυνατό να τα διακρίνει κάποιος πια... κάθε μέρα τον γοήτευε και πιο πολύ η σεμνή και ταλαιπωρημένη όψη του... δίπλα σε κείνη την καινούργια άχρωμη και ψεύτικη πολυκατοικία που στέγαζε το γραφείο του... εκεί δίπλα στεκόταν αυτό το κτίσμα... γοητευτικό, σκοτεινό, ερωτεύσιμο... κάθε μέρα έπλαθε ιστορίες για το πως ήταν στην εποχή της νιότης του... πόσοι άνθρωποι πέρασαν την ζωή τους σ' αυτό... πόσες όμορφες και άσχημες στιγμές εκτυλίχθηκαν μέσα του... πως το εγκατέλειψαν οι αλλοτινοί θαυμαστές του αναζητώντας το μοντέρνο και το εύκολο... έτσι ήταν θέμα χρόνου να πάρει την απόφαση αυτή... και την πήρε... ήταν ήδη στα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στον πρώτο όροφο... το λιγοστό φως που έμπαινε απο τα μισάνοιχτα παράθυρα έκανε ακόμη πιο επιβλητική την εικόνα που αντίκρυζε... γύψινα με πανέμορφα σχέδια... καμάρες με παλιά αρχιτεκτονική τεχνοτροπία... και πατώματα μαρμάρινα που είχαν χάσει πια την λάμψη τους... ένιωθε σαν παιδάκι που είχε ανακαλύψει θησαυρό... τα μάγουλά του είχαν κοκκινήσει απο τον ενθουσιασμό... ίσως να φοβόταν και λιγάκι... ήταν ένα κτίριο που αποτελούσε μυστήριο για την περιοχή... κάποιοι έλεγαν δε ότι είχαν ακουστεί ιστορίες για φαντάσματα και περίεργα περιστατικά... "ανοησίες" σκέφτηκε θέλοντας να πετάξει απο το μυαλό του αυτές τις σκέψεις... όταν έφτασε στο τέλος της σκάλας είδε τρείς πόρτες που κάθε μια οδηγούσε σε ένα διαφορετικό διαμέρισμα... ήταν ολόιδιες όπως ίδια ήταν και η φθορά που είχαν υποστεί... στάθηκε μπροστά στην μεσαία και προσπάθησε να την ανοίξει... μάταια όμως... ήταν κλειδωμένη... "περίεργο" σκέφτηκε "γιατί να είναι κλειδωμένη μια πόρτα εγκαταλειμμένου σπιτιού?... πιθανόν να είναι αρκετά επικίνδυνο αν βρεθεί κάποιος μέσα και οι ιδιοκτήτες έλαβαν τα μέτρα τους... ναι αυτό είναι" είπε δυνατά και κατευθύνθηκε στην δεύτερη πόρτα... αυτή την φορά στάθηκε πιο τυχερός... η πόρτα άνοιξε με ένα άγγιγμα... μπήκε δειλά-δειλά μη ξέροντας πόσο επικίνδυνο ήταν, κοιτώντας συνεχώς εξεταστικά τον χώρο... μπαίνοντας μέσα βρέθηκε σε μια μεγάλη σάλα... ακριβώς απέναντι υπήρχε μια μεγάλη μπαλκονόπορτα που την είχε ανοίξει πιθανότατα ο άνεμος... τον εντυπωσίασε το πόσο ψηλή ήταν, όπως ψηλοτάβανο ήταν και το διαμέρισμα "πόσο όμορφα ήταν τα σπίτια τότε... όχι σαν τα κλουβιά που φτιάχνουν σήμερα" σκέφτηκε... τα γύψινα της οροφής ήταν πανέμορφα και μόνο σε μερικά σημεία είχαν καταστραφεί...ήταν μαγευτικός χώρος... δεξιά της μπαλκονόπρτας υπήρχε ένας διάδρομος που οδηγούσε στα άλλα δωμάτια... με αργά πάντα βήματα πήγε προς τα κει... "ψάχνετε κάτι?" το άκουσμα μιας γυναικείας φωνής τον έκανε να πεταχτεί σαστισμένος... γύρισε προς το μέρος της και είδε μια όμορφη κοπέλα γύρω στα τριάντα να τον κοιτάει όλο απορία... "με... με συγχωρείτε... δεν ήξερα..." ψέλλισε... η κοπέλα χαμογέλασε "μην ανησυχείτε... απλά άκουσα βήματα και είπα να δω ποιος είναι... δεν υπάρχει πρόβλημα..." είπε καθησυχαστικά και αυτό πράγματι τον ανακούφισε... "αν ψάχνετε κάτι ίσως μπορώ να σας βοηθήσω... πέστε μου" του είπε και χαμογέλασε ακόμη μια φορά... "υπέροχο χαμόγελο" σκέφτηκε "είχα καιρό να δω ένα τόσο ζεστό και όμορφο πρόσωπο" και κοκκίνησε ακόμη μια φορά τώρα όμως όχι για την περιπέτεια στην οποία μπήκε αλλά για το γλυκό χαμόγελο της κοπέλας που είχε απέναντί του... "ήθελα... ήθελα απο καιρό να δω αυτό το κτίσμα... και σήμερα πήρα την απόφαση να το κάνω... είναι ένα γοητευτικό κτίριο μα την αλήθεια... πολύ λίγα σαν αυτό έχουν απομείνει... περνάω κάθε μέρα απο δω... το γραφείο μου είναι στην διπλανή πολυκατοικία και αποφάσισα να δω και το εσωτερικό" είπε και χαμογέλασε με την σειρά του... "σας καταλαβαίνω... κι εγώ το ίδιο θα έκανα" είπε η κοπέλα "αλήθεια... παράλειψή μου... είμαι η Φωτεινή... δουλεύω εδώ πιο κάτω στο μαγαζί με τις κλωστές... το όνομά σας?" ρώτησε και τον κοίταξε τόσο έντονα που ένιωσε να τρέμουν τα πόδια του... "γοητευτική κοπέλα" σκέφτηκε... "με συγχωρείτε... ναι... είμαι ο Ανδρέας" απάντησε και της έδωσε το χέρι του... "είναι όμορφο σπίτι έτσι δεν είναι?" είπε η κοπέλα κοιτώντας γύρω... "ναι... δεν τα φτιάχνουν πια έτσι" απάντησε... "αλήθεια?... πως τα φτιάχνουν?" ρώτησε η κοπέλα κοιτώντας τον με έκπληξη... "ξέρετε... τα σπίτια έχουν πια γίνει σαν κουτιά... τέσσερις τοίχοι, μικροί χώροι, ανύπαρκτη αρχιτεκτονική...άχρωμα" είπε και αναστέναξε βαθιά... "και τι δεν θα έδινα να μπορούσα να έμενα σε ένα τέτοιο σπίτι"... η κοπέλα τον κοίταξε με τρυφερότητα και του είπε "θα ήταν πράγματι πολύ όμορφα αν μπορούσαμε όλοι να μέναμε σε τέτοια σπίτια... μα δεν γίνεται... ελάτε... ας δούμε και το υπόλοιπο..." είπε και προχώρησε μπροστά του... άνοιξε μια πόρτα και βρέθηκαν σε ένα απ'τα υπνοδωμάτια... το πάτωμα ήταν ξύλινο και σχεδόν κατεστραμμένο... είχε κι αυτό μια μεγάλη πόρτα που έβγαζε σε ένα μικρό μπαλκονάκι... δεν πλησίασαν γιατί ήταν αρκετά επικίνδυνο να πατήσουν στο χαλασμένο πάτωμα... ήταν παρόλα αυτά όμως ένας χώρος που έδειχνε την ομορφιά του περήφανα... κανείς δεν θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει ερείπιο... κανείς... "πες μου... μπορώ να σου μιλάω στον ενικό?" την ρώτησε και το συγκαταβατικό νεύμα της τον έκανε να συνεχίσει "έμαθες ποτέ ποιοι έμεναν εδώ?... εννοώ... αν άκουσες ποτέ κάτι για τους ενοίκους αυτού του κτιρίου" είπε και την κοίταξε με μια παιδική περιέργεια... "όχι δυστυχώς... οι τελευταίοι που μπορεί κάτι να ήξεραν ήταν πολύ ηλικιωμένοι ήδη όταν εγώ ήμουν παιδί ακόμα... έτσι πήραν μαζί τους όποια πληροφορία θα μπορούσαν να γνωρίζουν"... "κρίμα" είπε απογοητευμένος "λοιπόν... πρέπει να πηγαίνω... ήταν πολύ όμορφο που κατάφερα να το δω από μέσα... πραγματικά ένα ταξίδι στον χρόνο" είπε και χαμογέλασε... "ευχαριστώ Φωτεινή που μου έκανες παρέα σε αυτό το ταξίδι" και της έδωσε το χέρι... "χάρηκα"... "κι εγώ Ανδρέα... ελπίζω να τα ξαναπούμε... δεν ενδιαφέρονται πολλοί πια για τα παλιά κτίρια... για την ιστορία... " είπε και το βλέμμα της σκοτείνιασε... κατέβηκαν τα σκαλιά κοιτάζοντας γύρω τον χώρο σαν να ήθελαν να πάρουν αυτήν την ανάμνηση μαζί τους... κι εκεί στο πλατύσκαλο χώρισαν...
Λίγο πιο κάτω ο Ανδρέας ενθουσιασμένος για την όμορφη περιπέτειά του μπήκε σε ένα μαγαζάκι για να πάρει τσιγάρα... είχε ώρα να κάνει τσιγάρο και του είχε λείψει... "τα γνωστά κυρ Μανώλη" είπε στον ηλικιωμένο και γνώριμο πωλητή δείχνοντάς του την μάρκα του... "τι χρωστάω?"... "τα γνωστά" του απαντάει ο γέροντας και ξεσπάσανε σε γέλια... "Α... κυρ Μανώλη... γνώρισα πριν απο λίγο μια κοπέλα... Φωτεινή την λένε... όμορφη κοπέλα... την ξέρεις?... δουλεύει εδώ πιο κάτω σ'ένα μαγαζί με κλωστές" είπε και άστραψαν τα μάτια του στην αναμονή μιας απάντησης... "τι λες παιδί μου?... δεν υπάρχει μαγαζί με κλωστές πια εδώ... όλα αυτά τα μαγαζάκια έκλεισαν πριν πολλά πολλά χρόνια... Φωτεινή είπες?... έχω ακούσει για μια Φωτεινή που δούλευε κάποτε σε ένα τέτοιο μαγαζάκι... έμενε στο εγκαταλειμμένο κτίριο πιο πάνω... ήταν λένε η πιο όμορφη κοπέλα της πόλης... αλλά πέρασαν πολλά χρόνια απο τότε... εσύ πρέπει να μιλάς για κάποια άλλη" του είπε... ο Ανδρέας όμως κοιτούσε σαν χαμένος τον γέροντα... είχε χάσει το χρώμα του... το ταξίδι τελικά που είχε κάνει... ήταν ταξίδι για δύο...
4 Comments:
Υπεροχο!!!Πολυ μου αρεσε ρε!Καλες οι φωτογραφιες σου ρε φιλαρακι αλλα τα γραφτα σου δεν παιζονται!Ξαφνιαζε μας ευχαριστα καπου καπου...
σμουατς μικρόβιο!
...αν και συ δεν πιάνεσαι λόγω φιλίας :P... ευχαριστώ για τα καλά λόγια! :)
μου αρέσει πάρα πολύ η ιδέα να συνδυάζεις τις φωτογραφίες σου με ιστοριούλες !! (φαντάζομαι θα το έχεις ήδη καταλάβει αυτό)
όμορφη ιστορία.
ευχαριστώ iris... ναι... κάτι κατάλαβα :P
Δημοσίευση σχολίου
<< Home